Κυήσεις υψηλού κινδύνου
Συχνές επιπλοκές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
Είναι φυσιολογικό να παρατηρείται μια αλλαγή στην αρτηριακή πίεση της εγκύου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η προγεστερόνη (ορμόνη εγκυμοσύνης) χαλαρώνει τα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων σας, με αποτέλεσμα χαμηλότερη αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια του πρώτου και δευτέρου τριμήνου. Λόγω της χαμηλότερης αρτηριακής πίεσης, μπορεί να εμφανιστεί ζάλη με τάση για λιποθυμία, ειδικότερα κατά την παρατεταμένη ορθοστασία ή την απότομη έγερση.
Η υψηλή αρτηριακή πίεση που παρατηρείται πριν την 20η εβδομάδα κύησης, μάλλον προϋπήρχε. Εάν η υπέρταση αναπτυχθεί μετά από την 20η εβδομάδα, πρόκειται για υπέρταση κύησης.
Εάν η αρτηριακή σας πίεση αυξηθεί πολύ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, μπορεί να σας συμβουλεύσουμε να πάρετε φάρμακα. Εάν έχετε αναπτύξει υπέρταση κύησης, είναι πιθανό να επανέλθετε στο φυσιολογικό μετά τη γέννηση του μωρού σας. Ωστόσο, αυτό μπορεί να απαιτήσει πάροδο ορισμένων εβδομάδων.
Σε ορισμένες γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ο οργανισμός δεν μπορεί να παράγει αρκετή ινσουλίνη για να καλύψει τις επιπλέον ανάγκες της εγκυμοσύνης. Στην περίπτωση αυτή προκύπτει μια ειδική μορφή διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, που ονομάζεται διαβήτης κύησης. Εάν βρεθεί διαβήτης κύησης κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, η κατάσταση πιθανότατα υπήρχε πριν από την εγκυμοσύνη.
Η παχυσαρκία, η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού διαβήτη τύπου 2 (γονέας, αδελφός ή αδελφή), τυχόν προηγούμενος ενδομήτριος θάνατος και / ή ένα πολύ μεγαλόσωμο βρέφος σε προηγούμενη εγκυμοσύνη (4,5 κιλά και άνω) συγκαταλέγονται στους παράγοντες κινδύνου για διαβήτη κύησης.
Η διάγνωσή του γίνεται με τρεις συνεχόμενες δειγματοληψίες σαχκάρου στο αίμα μετά την 24η εβδομάδα κυήσεως, μετά από χορήγηση 75-100 gr καθαρής γλυκόζης από το στόμα στην έγκυο. Παθολογικές τιμές στις μετρήσεις του σακχάρου καταδεικνύουν την ύπαρξη διαβήτη κυήσεως.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπευτική προσέγγιση (δίαιτα ή/και ενέσιμη αγωγή) διασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό την υγεία του εμβρύου.
Η προεκλαμψία είναι μια σοβαρή παθολογική κατάσταση που παρατηρείται μόνο σε έγκυες γυναίκες και εμφανίζεται μετά την 20η εβδομάδα της κύησης. Ωστόσο, είναι πιο πιθανό να εμφανιστεί στο τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, μετά την 27η εβδομάδα.
Τα κύρια χαρακτηριστικά είναι η υψηλή αρτηριακή πίεση, η παρουσία πρωτεΐνης στα ούρα και η εμφάνιση οιδημάτων. Άλλα συμπτώματα που μπορεί να παρουσιαστούν είναι πονοκέφαλος, διαταραχές όρασης και κοιλιακό άλγος. Η ένταση των συμπτωμάτων αυτών συνήθως προσδιορίζει και τη σοβαρότητα της προεκλαμψίας. Η έκβαση είναι χειρότερη όσο νωρίτερα εμφανιστεί. Εμφάνιση της νόσου στο τρίτο τρίμηνο έχει καλύτερη έκβαση, αν και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να εξελιχθεί ραγδαία (καλπάζουσα προεκλαμψία).
Η έγκαιρη διάγνωση και η σωστή και προσεγμένη παρακολούθηση οδηγεί στα καλύτερα επιθυμητά αποτελέσματα και για εσάς και για το μωρό σας. Συστήνεται να γίνει έλεγχος θρομβοφιλίας για καλύτερη αντιμετώπιση της επόμενης εγκυμοσύνης.
Αποβολή είναι η απώλεια εγκυμοσύνης εντός των πρώτων 22 εβδομάδων. Περίπου το 10% των γνωστών κυήσεων καταλήγουν σε αποβολή, με περισσότερο από το 80% των αποβολών να συμβαίνουν πριν από τις 12 εβδομάδες.
Οι περισσότερες αποβολές προκαλούνται από χρωμοσωμικές ανωμαλίες του γονιμοποιημένου ωαρίου.
Αυτό που γίνεται πρώτα αντιληπτό είναι συνήθως κολπική αιμορραγία, αν και δεν είναι ασυνήθιστο να παρατηρείται αιμορραγία στην αρχή της εγκυμοσύνης ακόμα κι αν δεν υπάρχει αποβολή.
Αν η αποβολή επισυμβεί πριν την ύπαρξη καρδιακής λειτουργίας, γίνεται προσπάθεια καθαρισμού της μητριαίας κοιλότητας, με φαρμακευτική αγωγή. Εάν η αποβολή επισυμβεί μετά τις 7-8 εβδομάδες κύησης, συνήθως απαιτείται χειρουργικός καθαρισμός της μητριαίας κοιλότητας με απόξεση.
Μία αποβολή θεωρείται τυχαίο γεγονός και δεν χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Επαναλαμβανόμενες (καθ’έξειν αποβολές) είναι οι πάνω από τρεις απβολές ανά έτος και αυτές χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης.
Μια έκτοπη εγκυμοσύνη συμβαίνει όταν ένα γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται έξω από τη μήτρα. Τις περισσότερες φορές εμφανίζεται σε μια σάλπιγγα. Μία έκτοπη εγκυμοσύνη μπορεί να αντιμετωπιστεί έγκαιρα είτε με λαπαροσκοπική αφαίρεση της εκτόπου κυήσεως, είτε με συντηρητική θεραπεία (φαρμακευτική αγωγή) δεδομένου ότι πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Αν μία έκτοπη εγκυμοσύνη δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, μπορεί να προκληθεί ρήξη στη σάλπιγγα, καθώς μεγαλώνει η κύηση σε αυτήν και εσωτερική αιμορραγία.
Φυσιολογικά, ο πλακούντας προσκολλάται στην κορυφή της μήτρας, στο πρόσθιο ή οπίσθιο τοίχωμα, μακριά από τον τράχηλο. Εάν έχετε προδρομικό πλακούντα, ο πλακούντας σας βρίσκεται ασυνήθιστα χαμηλά στη μήτρα σας, δίπλα στον τράχηλο ή ακόμα και να καλύπτει τον τράχηλο. Κατά τη διάρκεια του φυσιολογικού τοκετού το έμβρυο περνά διαμέσου του τραχήλου, διασχίζει τον κόλπο και εξέρχεται από τη γεννητική οδό. Καθώς ο τράχηλος διαστέλλεται κατά τη διάρκεια του τοκετού, αν ο πλακούντας επικάθεται στον τράχηλο μερικώς ή ολικώς μπορεί να προκαλέσει ρήξη των αιμοφόρων αγγείων που συνδέουν τον πλακούντα με τη μήτρα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αιμορραγία και να θέσει σε κίνδυνο τόσο εσάς όσο και το μωρό σας.
Αυτό που θα προσέξετε αν έχετε προδρομικό πλακούντα είναι κολπική αιμορραγία με ζωηρό κόκκινο αίμα, χωρίς οποιαδήποτε άλλη ενόχληση, κατά το δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης. Η ποσότητα της αιμορραγίας μπορεί να κυμαίνεται από ελαφρά έως βαριά. Η αιμορραγία σταματά συνήθως χωρίς θεραπεία, αλλά σχεδόν πάντα επαναλαμβάνεται ημέρες ή εβδομάδες αργότερα. Συνήθως κάθε επόμενο επεισόδιο είναι χειρότερο.
Η θέση του πλακούντα σας ελέγχεται κατά τη διάρκεια της υπερηχογραφικής εξέτασης της 20ης-24ης εβδομάδας. Εφόσον γίνει διάγνωση προδρομικού πλακούντα, γίνεται συστηματική παρακολούθησή σας. Την 28η εβδομάδα οριστικοποιείται η τελική θέση του πλακούντα. Σε ένα μικρό ποσοστό ο πλακούντας θα παραμείνει προδρομικός και μετά την 28η εβδομάδα. Σε αυτές τις γυναίκες επιβάλλεται η διεκπεραίωση του τοκετού με καισαρική τομή.
Ο πρόωρος αποχωρισμός από το τοίχωμα της μήτρας ενός φυσιολογικά εμφυτευμένου πλακούντα πριν τον τοκετό ονομάζεται αποκόλληση πλακούντα. Συνήθως συμβαίνει στις τελευταίες 12 εβδομάδες της κύησης. Εμφανίζεται είτε με κολπική αιμορραγία αν υπάρχει διέξοδος του αίματος προς τον τράχηλο είτε με δυσφορία και κοιλιακό άλγος αν η αιμορραγία είναι οπισθοπλακουντιακή και δεν έχει διέξοδο στον τράχηλο, οπότε δημιουργείται οπισθοπλακουντιακό αιμάτωμα.
Η αποκόλληση του πλακούντα μπορεί να είναι μερική ή πλήρης. Μικρού μεγέθους αποκόλληση δεν θεωρείται απειλητική για τη μητέρα ή το έμβρυο και αντιμετωπίζεται με ανάπαυση και πολύ ήπια δραστηριότητα από την έγκυο. Μπορεί όμως να παρατηρηθεί και πολύ σοβαρής μορφής αποκόλληση, όπου χρειάζεται ενδονοσοκομειακή νοσηλεία. Αν η αποκόλληση είναι πλήρης θα οδηγήσει σε ενδομήτριο θάνατο.
Η αποκόλληση εμφανίζεται στο 1% των κυήσεων και είναι η συχνότερη αιτία εμβρυϊκού θανάτου. Κάποιοι προδιαθετικοί παράγοντες για την εμφάνιση αποκόλλησης πλακούντα είναι η προχωρημένη αναπαραγωγική ηλικία (>40 ετών), το ιστορικό αποκόλλησης πλακούντα σε προηγούμενη εγκυμοσύνη, η υψηλή πίεση (υπερτασική νόσος), χτυπήματα στην κοιλιά και το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Στις περιπτώσεις εμβρυϊκού θανάτου λόγω αποκόλλησης πλακούντα, συστήνεται να γίνει έλεγχος θρομβοφιλίας στη μητέρα για καλύτερη αντιμετώπιση επόμενης εγκυμοσύνης.
Ο απειλούμενος πρόωρος τοκετός οριζεται ο τοκετός που επισυμβαίνει πριν την 37η εβδομάδα εγκυμοσύνης. Χαρακτηρίζεται από συστολές της μήτρας με ένταση και συχνότητα μεγαλύτερη των 4 συσπάσεων στα 20 λεπτά, που οδηγούν προοδευτικά σε διαστολή ή εξάλειψη του τραχήλου.
Η επιβίωση των πρόωρων νεογνών εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την ηλικία κύησης και αυξάνεται προοδευτικά από 15-30% την 24η εβδομάδα κύησης σε πάνω από 95% μετά την 32η εβδομάδα κύησης. Η προωρότητα ευθύνεται όμως και για νευροαναπτυξιακές διαταραχές, εγκεφαλική παράλυση, ημιπληγία, κά, που σχετίζονται επίσης με πρόωρο τοκετό που επισυμβαίνει συνήθως σε κυήσεις μικρότερες των 27 εβδομάδων. Τα περισσότερα μωρά που γεννιούνται πριν τη συμπλήρωση των 32 εβδομάδων και αυτά που ζυγίζουν 2 κιλά ή λιγότερο χρειάζονται αναπνευστική υποστήριξη και νοσηλεία σε μονάδα εντατικής φροντίδας νεογνών, έως ότου έχουν αναπτυχθεί αρκετά για να επιβιώσουν μόνα τους. Τα μωρά που γεννιούνται μεταξύ της 32ης και της 37ης εβδομάδας, χρειάζονται απλή φροντίδα σε μονάδα ειδικής φροντίδας νεογνών.
Παράγοντες που αυξάνουν το ρίσκο πρόωρου τοκετού πριν από τις 34 εβδομάδες κύησης:
- Χαρακτηριστικά μητέρας (ηλικία, ύψος, εθνικότητα)
- Προηγούμενο μαιευτικό ιστορικό μητέρας
- Πολύδυμη κύηση (δύο ή περισσότερα έμβρυα)
- Ιατρογενής πρόωρος τοκετός “Τοκετός λόγω μιας σειράς μαιευτικών ενδείξεων: προεκλαμψία, υπολειπόμενη ανάπτυξη εμβρύου, διαβήτης”
- Μηχανικά αίτια από τη μήτρα (διαφράγματα, συγγενείς ανωμαλίες)
- Ανεπάρκεια τραχήλου
- Λοίμωξη κατωτέρου γεννητικού συστήματος και φλεγμονή χορίου και υμένων
Οι δυνατότητες αποτροπής του πρόωρου τοκετού σε συμπτωματικές γυναίκες (παρουσία συσπάσεων) ή η πρόληψή του σε γυναίκες με προδιαθεσικούς παράγοντες είναι σχετικά περιορισμένες. Ως μέθοδοι πρωτογενούς πρόληψης θεωρούνται η εκλεκτική περίδεση τραχήλου (σε ανεπάρκεια τραχήλου), η διάγνωση και αντιμετώπιση λοίμωξης του γεννητικού σωλήνα, η χορήγηση προγεστερόνης. Ως μέθοδοι δευτερογενούς πρόληψης (σε παρουσία σημείων πρόωρου τοκετού) θεωρούνται η επείγουσα περίδεση τραχήλου (σε ανεπάρκεια τραχήλου), η χορήγηση αντιβίωσης και προγεστερόνης και η τοκολυτική αγωγή. Χορήγηση κορτικοστεροειδών γίνεται σε περιπτώσεις επαπειλουμένου τοκετού μεταξύ 24-34 εβδομάδων της κύησης με στόχο την ωρίμανση των πνευμόνων του εμβρύου.
Η ανεπάρκεια του τραχήλου της μήτρας αποτελεί ένα από τα αίτια αποβολής ή πρόωρου τοκετού του εμβρύου. Πρόκειται στην ουσία για την αδυναμία του τραχήλου της μήτρας να παραμείνει κλειστός μέχρι την ολοκλήρωση της κύησης. Φυσιολογικά ο τράχηλος έχει μήκος πάνω από 30 mm και είναι σκληρός και κλειστός έως το τέλος της εγκυμοσύνης. Αν αρχίσει και μειώνεται το μήκος του ή αυξηθεί το άνοιγμά του πριν το τέλος της εγκυμοσύνης, λέμε ότι ο τράχηλος έχει ανεπάρκεια.
Συνήθως η ανεπάρκεια του τραχήλου δεν γίνεται αντιληπτή από την έγκυο καθώς δεν έχει ιδιαίτερα συμπτώματα. Η διάγνωση γίνεται συνήθως κατά τον υπερηχογραφικό έλεγχο της 16ης εβδομάδας, όπου εκεί μετριέται το μήκος και εκτιμάται η μορφολογία του τραχήλου. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ανεπάρκεια τραχήλου ή υπάρχει ιστορικό που παραπέμπει σε αυτήν, πρέπει να υπάρχει συχνή υπερηχογραφική παρακολούθηση. Θεραπευτική παρέμβαση εκεί και όπου απαιτείται, ανάλογα με την κατάσταση του τραχήλου. Η ανεπάρκεια του τραχήλου αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού -ιδίως κατά το β’ τρίμηνο της κύησης- με αποτέλεσμα είτε θάνατο του εμβρύου, είτε αυξημένη νοσηρότητά του (νευρολογικές, αναπτυξιακές διαταραχές κ.τ.λ.).
Αν το μήκος του τραχήλου είναι 15- 25mm αντιμετωπίζεται με καθημερινή χορήγηση προγεστερόνης ενδοκολπικά. Σύμφωνα με μελέτες, η χορήγηση της προγεστερόνης φαίνεται να έχει καλά αποτελέσματα. Απαραίτητη βέβαια είναι η συχνή υπερηχογραφική εκτίμηση του τραχήλου.
Στις περιπτώσεις που το μήκος του τραχήλου μειώνεται κάτω από 15mm γίνεται περίδεση του τραχήλου. Η περίδεση συνίσταται στην τοποθέτηση ράμματος γύρω από τον τράχηλο, κάτω από τον βλεννογόνο. Το ράμμα σφίγγει τον τράχηλο και τον προφυλάσσει από την διαστολή, αν δεν υπάρχουν συσπάσεις.
Η έγκυος που παρουσιάζει ανεπάρκεια τραχήλου πρέπει να απέχει από έντονη σωματική δραστηριότητα και να ξεκουράζεται όσο το δυνατόν περισσότερο. Επίσης, απαγορεύεται η σεξουαλική επαφή.
Η περίδεση τραχήλου αφαιρείται όταν σε οποιαδήποτε ηλικία κύησης παρουσιαστούν συσπάσεις που θα οδηγήσουν σε τοκετό, ή στην 37η εβδομάδα.
Ένα έμβρυο μπορεί να μη μεγαλώνει σωστά εάν δεν προσλαμβάνει το οξυγόνο και τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται.
Υπάρχουν τρεις μεγάλες αιτίες ενδομήτριας υπολειπόμενης ανάπτυξης:
- Οι αιτίες που συνδέονται με τον πλακούντα: Ο πλακούντας δεν λειτουργεί σωστά με αποτέλεσμα οι ανταλλαγές μεταξύ εμβρύου και μητέρας δεν είναι φυσιολογικές.
- Οι αιτίες που οφείλονται στη μητέρα: σοβαρή αναιμία, κάπνισμα, αλκοολισμός, καρδιακές νόσοι, κ.ά
- Οι αιτίες που οφείλονται στο έμβρυο: λοιμώξεις ή χρωμοσωμικές ανωμαλίες όπως τρισωμία 21, τρισωμία 18, κλπ.
Η πιο συχνή αιτία που δημιουργεί πρόβλημα στην ενδομήτρια ανάπτυξη του εμβρύου είναι η ανεπάρκεια πλακούντα (περίπου 75% των περιπτώσεων).
Τα έμβρυα με υπολειπόμενη ανάπτυξη έχουν πολύ χαμηλό επίπεδο οξυγόνου και θρεπτικών συστατικών και έχουν αυξημένες πιθανότητες ενδομήτριου θανάτου. Επίσης, πολύ συχνά δεν μπορούν να αντέξουν τον φυσιολογικό τοκετό και για τον λόγο αυτό η καισαρική τομή είναι η συνηθέστερη πρακτική. Κατά τη γέννησή τους, έχουν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν υπογλυκαιμία, υποθερμία, ίκτερο, αναπνευστικά προβλήματα και είναι πιο ευαίσθητα σε λοιμώξεις.
Η έγκυος υποβάλλεται σε υπέρηχο κάθε 2 με 3 εβδομάδες προκειμένου να ελέγχεται το μέγεθος του εμβρύου και ο ρυθμός ανάπτυξής του και να υπολογίζεται η ποσότητα του αμνιακού υγρού. Επίσης, πρέπει να γίνεται καρδιοτοκογραφική εκτίμηση και υπέρηχος Doppler (για να ελέγχεται η ροή του αίματος προς το έμβρυο από τις ομφαλικές αρτηρίες). Στόχος είναι να παραμείνει το έμβρυο όσο το δυνατόν περισσότερο μέσα στη μήτρα, χωρίς ωστόσο να τεθεί σε κίνδυνο η υγεία μητέρας-εμβρύου.
Σε περιπτώσεις υπολειπόμενης ανάπτυξης εμβρύου συστήνεται να γίνει έλεγχος θρομβοφιλίας για καλύτερη αντιμετώπιση της επόμενης εγκυμοσύνης.
Με τον όρο πολύδυμη κύηση αναφερόμαστε στην ταυτόχρονη κυοφορία περισσότερων του ενός εμβρύου (δύο έμβρυα-δίδυμη κύηση, τρία έμβρυα-τρίδυμη κύηση, κ.ο.κ.).
Οι δίδυμες κυήσεις μπορεί να είναι διζυγωτικές, όταν εμφυτεύονται δύο γονιμοποιημένα ωάρια στη μήτρα ή μονοζυγωτικές, όταν τα δύο έμβρυα προέλθουν από τη διαίρεση ενός γονιμοποιημένου ωαρίου. Τα μονοζυγωτικά έμβρυα είναι πανομοιότυπα μεταξύ τους και είναι πολύ πιο σπάνια από τα διζυγωτικά δίδυμα.
Η χρήση φαρμάκων για την πρόκληση ωορρηξίας, η εφαρμογή μεθόδων εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF) και η αύξηση της κυοφορίας γυναικών ηλικίας μεγαλύτερης των 35 ετών έχουν αυξήσει τα ποσοστά εμφάνισης πολύδυμων κυήσεων.
Ο κίνδυνος επιπλοκών είναι μεγαλύτερος σε πολύδυμες συγκριτικά με μονήρεις κυήσεις και αυξάνει όσο αυξάνει ο αριθμός των εμβρύων. Για τον λόγο αυτό απαιτείται ιδιαίτερη και αυξημένη παρακολούθηση της εγκύου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Οι πιο συχνές επιπλοκές μιας πολύδυμης κύησης είναι:
- Πρόωρος τοκετός
- Απώλεια ενός ή περισσότερων εμβρύων
- Ανωμαλίες στη διάπλαση του εμβρύου
- Υπέρταση κύησης
- Προεκλαμψία
- Αναιμία
Στα μονοζυγωτικά δίδυμα απειλείται η εξέλιξη της εγκυμοσύνης ακόμα περισσότερο, καθώς επιπρόσθετα μπορεί να παρουσιαστούν οι πιο κάτω επιπλοκές:
- Εκλεκτικός περιορισμός της αύξησης (FGR): Σε 10% των μονοχοριακών διδύμων, η πλακουντιακή μάζα κατανέμεται άνισα ανάμεσα στα έμβρυα. Ως αποτέλεσμα, ένα από τα δύο μωρά είναι σημαντικά μικρότερο, συχνά από την αρχή της κύησης.
- Σύνδρομο Εμβρυο – εμβρυϊκής μετάγγισης: Στον πλακούντα των μονοχοριακών διδύμων υπάρχουν αγγεία – αναστομώσεις στην επιφάνεια του πλακούντα. Μέσω αυτών των αγγείων υπάρχει άνιση κατανομή αίματος ανάμεσα στα δύο έμβρυα, με το ένα έμβρυο να παίρνει πολύ περισσότερο αίμα έναντι του άλλου. Ως αποτέλεσμα δημιουργείται διαφορά στο αμνιακό υγρό με το μεγαλύτερο μωρό να έχει αυξημένο αμνιακό υγρό και το μικρό έμβρυο πολύ λίγο υγρό.
- Εμβρυϊκή απώλεια ενός από τα 2 έμβρυα: Λόγω των αγγειακών αναστομώσεων ανάμεσα στα έμβρυα, η ευημερία του ενός εμβρύου εξαρτάται άμεσα από το άλλο. Έτσι στο δυσάρεστο συμβάν ενδομήτριας απώλειας του ενός εμβρύου, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος απώλειας ή αναπηρίας (κυρίως νευρολογικής ) και του άλλου εμβρύου.
- Δομική ανωμαλία: Υπάρχει σημαντικός κίνδυνος ανατομικής ανωμαλίας στα μονοχοριακά δίδυμα, με 4% των περιπτώσεων η ανωμαλία να αφορά μόνο ένα από τα δύο έμβρυα.
Η Τροφοβλαστική Νόσος είναι μία παθολογική κατάσταση που αφορά την τροφοβλάστη. Η τροφοβλάστη είναι ο αρχικός κυτταρικός σχηματισμός που δημιουργείται πριν ακόμα σχηματιστεί το έμβρυο. Ο κυτταρικός αυτός σχηματισμός διογκώνεται και πολλαπλασιάζεται με μεγάλη ταχύτητα και καταλαμβάνει την κοιλότητα της μήτρας.
Υπάρχουν τέσσερις τύποι τροφοβλαστικής νόσου:
- μερική ή ολική υδατιδώδης μήλη (καλοήθης)
- διεισδυτική μύλη κύησης (κακοήθης)
- χοριοκαρκίνωμα (κακοήθης)
- πλακουντιακός τροφοβλαστικός όγκος (κακοήθης)
Η ολική και μερική υδατιδώδης μύλη κύηση αποτελούν το 90% των περιπτώσεων και είναι συνήθως καλοήθεις μορφές της νόσου. Η μερική υδατιδώδης μύλη της κύησης είναι η μοναδική μορφή της νόσου που συνδυάζεται με την παρουσία εμβρύου και την πιθανή διαπίστωση καρδιακής λειτουργίας. Η διεισδυτική μύλη κύηση, το χοριοκαρκίνωμα και ο πλακουντιακός τροφοβλαστικός όγκος είναι κακοήθεις μορφές της νόσου.
Η κλινική εικόνα της τροφοβλαστικής νόσου είναι η εικόνα μιας αρχόμενης εγκυμοσύνης: η ασθενής έχει καθυστέρηση στην περίοδό της, αισθάνεται ναυτία, κάνει εμετούς και έχει θετικό τεστ εγκυμοσύνης. Ωστόσο, κατά τον υπερηχογραφικό έλεγχο διαπιστώνεται ότι το εσωτερικό της μήτρας καταλαμβάνεται από παθολογικά διογκωμένες χοριακές λάχνες.
Η υπερηχογραφική εικόνα, σε συνδυασμό με τις πολύ υψηλές τιμές β-χοριακής γοναδοτροπίνης, θέτουν τη διάγνωση της νόσου.
Η τροφοβλαστική νόσος συχνότερα εμφανίζεται σε ηλικίες κάτω των 20 ετών ή άνω των 40 ετών. Γυναίκες που είχαν στο παρελθόν τροφοβλαστική νόσο διατρέχουν ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο να την ξαναεμφανίσουν.
Η θεραπεία έγκειται στην απομάκρυνση του παθολογικού ιστού από τη μήτρα με τη βοήθεια αναρροφητικού ξέστρου και το υλικό παραπέμπεται για ιστοπαθολογική εξέταση, ώστε να αποφασιστεί περαιτέρω θεραπεία.
Οι περισσότερες περιπτώσεις τροφοβλαστικής νόσου μπορούν να θεραπευτούν, με τις γυναίκες να μπορούν να μείνουν έγκυες αργότερα και να έχουν φυσιολογική εγκυμοσύνη. Σε όλες τις περιπτώσεις συστήνεται η λήψη αντισυλληπτικής θεραπείας για τους επόμενους 6 μήνες.
Τηλεφωνήστε για την εξέτασή σας
Η κύηση υψηλού κινδύνου μπορεί να είναι μια αγχωτική και συναισθηματικά δύσκολη στιγμή για πολλές οικογένειες. Έχουμε την τεχνογνωσία και τον εξοπλισμό για να βοηθήσουμε τα μέγιστα.
Σημαντικές Πληροφορίες για Ανίχνευση Κυήσεων Υψηλού Κινδύνου
Στο πρώτο ραντεβού γίνεται πάντα λήψη ιστορικού για να προληφθούν τυχόν επιπλοκές. Πολύ σημαντικές θεωρούνται πληροφορίες όπως:
- Ηλικία άνω των 40.
- Οικογενειακό ιστορικό συγγενών ανωμαλιών ή προηγούμενο παιδί με γενετικές ανωμαλίες
- Ιστορικό επαναλαμβανόμενων αποβολών, ενδομήτριου θανάτου
- Ιστορικό υπολειπόμενης ανάπτυξης εμβρύου, προεκλαμψίας
- Ιστορικού ανεπάρκειας τραχήλου, πρόωρου τοκετού
- Ιστορικό επιπλοκών που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη, όπως ο διαβήτης κύησης
- Προϋπάρχουσες παθήσεις, όπως καρδιακές παθήσεις, υπέρταση, διαβήτης, παθήσεις θυρεοειδούς, κλπ
Τηλεφωνήστε μας
+357 22 476889
Βρείτε μας
American Medical Center
Σπύρου Κυπριανού 215, 2047, Στρόβολος, Λευκωσία, Κύπρος
Ώρες Λειτουργίας
Δε, Τετ, Παρ: 8:00 - 20:00
Τρ: 8:00 - 17:00
Πε: 8:00 - 14:00